13 - Γνώμη περὶ
γλώσσης ἑνὸς συμπαντικοῦ Ἕλληνος.
Γόνος
γνωστῆς ἀθηναϊκῆς οἰκογενείας, ἀπὸ τὸ 1865, γεννημένος στὴν Ἀθήνα, ἀλλὰ μὲ
πρώτη γλῶσσα τὴν γαλλική, μία διάλεκτος ἑλληνικὴ ὅπως ἀνεκάλυψα ἀργότερα, μόλις
καὶ ἐπρόφθασα στὸ ἀθηναϊκὸ Δημοτικὸ σχολεῖο νὰ μάθω κάπως μίαν ἄλλη ἑλληνικὴ διάλεκτο, τὴν
ὀνομαζομένη νεοελληνική. Διότι σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν ὁ πατέρας μὲ ἐνέκλεισε
ἐσωτερικὸ σὲ σχολεῖο τῶν Παρισίων καὶ τοιουτοτρόπως ὅταν ἐξῆλθα ἀπὸ τὸ ἀγγλικοῦ
τύπου γαλλικὸ public school, πτυχιοῦχος τοῦ γαλλικοῦ baccalauréat, εἶχα ξεχάσει καὶ τὰ ὀλίγα μου γραικικά. Καὶ τότε, περιέργως
συνειδητοποίησα ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν εἶχε οὐδεμίαν σχέση μὲ τὸ κρατίδιο
τῶν Ἀθηνῶν, ὅπως καὶ τὰ γερμανοελβετικὰ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὰ γερμανικά.
Ἐβάλθην λοιπόν, ἔστω καὶ καθυστερημένα νὰ μάθω τὰ συμπαντικὰ ἑλληνικά καὶ
ἔκτοτε ὅπως γνωρίζουν οἱ ἀναγνῶστες μου, ἔγραψα δεκάδες βιβλία καὶ χιλιάδες
ἄρθρα στὰ ἑλληνικά· βεβαίως μὲ πολλὰ ὀρθογραφικὰ καὶ συντακτικὰ λάθη. Αὐτὸ ὅμως
δὲν μὲ ἀπεθάρρυνε ἐφ’ὅσον ἡ ἑλληνικὴ εἶναι ζῶσα ψυχὴ καὶ ὄχι σῶμα νεκρό.
Διαβάζοντας
αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὶς ἔξαλλες ἀντιδράσεις τῶν γλωσσολόγων του κρατιδίου σχετικὰ
μὲ τὴν ἀπολύτως τεκμηριωμένη καταγγελία ποὺ τοὺς ἔγινε ὅτι προχωροῦν καὶ πάλι,
μὲ ἀφορμὴ τὴν ἔκδοση τῆς Γραμματικῆς τῆς Ε΄ καὶ ΣΤ΄Δημοτικοῦ, στὴν βαθμιαία
εἰσαγωγὴ τῆς φωνητικῆς ὀρθογραφίας, ἀπεφάσισα νὰ ἐπαναλάβω ἐδῶ γιὰ χιλιοστὴ
φορὰ ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ἀνήκει στοὺς γλωσσολόγους, ὅπως καὶ οἱ πνεύμονες
δὲν ἀνήκουν στοὺς πνευμονολόγους καὶ ἰδίως ὅτι ὁ ἑλληνισμὸς δὲν ἀνήκει στοὺς διανοουμένους τοῦ ἀθηναϊκοῦ
κατεστημένου, οὔτε τοῦ Τριανταφυλλίδη στὸ παρελθόν, οὔτε τοῦ Μπαμπινιώτη
σήμερα. Ἡ προσωδία ἡ ὁποία πράγματι ἀπωλέσθη πρέπει νὰ ἐπανέλθῃ διὰ τῆς
διδασκαλίας καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ Δημοτικοῦ πρέπει νὰ διδαχθοῦν νὰ προφέρουν τὸ
ὠμέγα μακρόν, δηλαδὴ τὸ Βύρων Πολύδωρας νὰ προφέρεται Βύροον Πολύδοορας.
Ὡς πρὸς
τὴν γραφὴ τῆς γλώσσας, ὁ πολιτισμὸς διαφέρει ἀπὸ τὸν βαρβαρισμό, μὲ τρία
χαρακτηριστικά. Πρῶτον, τὴν συντηρητικότητα, γιὰ μὴ κοπῇ τὸ νῆμα τῆς
πολιτισμικῆς συνεχείας, δηλαδὴ ἐμμονὴ στὴν παραδοσιακὴ γραμματικὴ καὶ
ὀρθογραφία καὶ στὸ πολυτονικὸ σύστημα. Δεύτερον, τὴν γραφικὴ ποιοτικὴ ἀξία τοῦ
λόγου, ποὺ δὲν δύναται νὰ βασίζεται στὴν ἔννοια τοῦ πρακτικοῦ. Δηλαδή,
ἁπλοποίηση ἤ ἀλλαγὴ ἀλφαβήτου ποὺ νὰ ἀλλοιώνῃ τὴν ὀπτικὴ παρουσίαση τῆς γραφῆς
καὶ νὰ ἀποξενώνῃ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα τοῦ λόγου, εἶναι πλῆγμα
στὴν διατήρηση τοῦ πολιτισμοῦ. Ὁ γραπτὸς λόγος πρέπει «νὰ μιλᾷ στὰ μάτια».
Μέχρι καὶ τὸ ποιητικὸ ἔργο τοῦ Μάο στὴν Κίνα, βασίζεται ἐξ ἴσου σημαντικὰ στὴν
ζωγραφικὴ τῶν κινεζικῶν χαρακτήρων ὅσο καὶ στὸ περιεχόμενο τοῦ ποιητικοῦ λόγου.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μεταφράζονται πλήρως. Τὸ τρίτο χαρακτηριστικὸ εἶναι ἡ ἔξοδος
ἀπὸ τὸν ἐπαρχιωτισμὸ τῶν πολλῶν διαλέκτων ὅπως τῶν νεοελληνικῶν, γαλλικῶν,
ἀγγλικῶν καὶ ἄλλων παραλλαγῶν τῆς παγκοσμίας γλώσσας τῶν ἑλληνικῶν καὶ ἡ
ἐξάπλωση μίας κοινῆς γλώσσας (τῆς ἑλληνικῆς) γιὰ ὅλον τὸν ἐδαφικὸ χῶρο τῆς παγκοσμίας
κοινότητος, χωρὶς ὅμως νὰ θιγοῦν καὶ οἱ γλῶσσες τῶν διαφόρων ἐθνικοθρησκευτικῶν
κοινοτήτων ποὺ στερεώνουν ὡς κίονες τὴν αὐτοκρατορικὴ οἰκουμενικὴ κοινωνία.
Καὶ μία
τελευταία πρόταση: νὰ ἐκδιωχθοῦν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα ὅλοι οἱ γλωσσολόγοι καὶ οἱ
ταξιτζῆδες καὶ νὰ ἀντικατασταθοῦν ἀπὸ ἑλληνοφώνους Σουηδούς.
Δημήτρης Κιτσίκης 22
Ἰουλίου 2012
No comments:
Post a Comment